Ανακαίνιση και επανάχρηση παραδοσιακού κτίσματος στη Μήλο.
Τα σύρματα είναι από τα πιο ενδιαφέροντα δείγματα κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής. Συναντώνται στους παραθαλάσσιους οικισμούς και ψαροχώρια της Μήλου, σε άμεση σχέση με τη θάλασσα και η χρήση τους παραδοσιακά είναι η προφύλαξη των ξύλινων αλιευτικών σκαφών κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Το φθινόπωρο, κατά τη λήξη της αλιευτικής περιόδου οι αλιείς έσερναν με σύρματα τα σκάφη από τη θάλασσα μέσα στους αποθηκευτικούς αυτούς χώρους που περιείχαν όλα τα απαραίτητα για την συντήρησή τους. Έτσι προέκυψε και η ονομασία Σύρματα.
Μορφολογικά, τα σύρματα είναι συνήθως υπόσκαφοι χώροι στα ηφαιστειογενή πετρώματα του νησιού με μια μόνο όψη προς τη θάλασσα και μια μεγάλη διπλή ξύλινη θύρα για την είσοδο των σκαφών. Μερικά Σύρματα ήταν διώροφα και ο δεύτερος όροφος χρησιμοποιούνταν ως πρόχειρη κατοικία των ψαράδων. Σήμερα ελάχιστα Σύρματα διατηρούν την αρχική τους χρήση μιας και τα περισσότερα έχουν μετατραπεί σε εξοχικές κατοικίες των ιδιοκτητών. Ωστόσο το ιδιαίτερο περιβάλλον των οικισμών με Σύρματα, έχει τραβήξει το ενδιαφέρον των επισκεπτών με συνέπεια την διαρκώς εξελισσόμενη εκμετάλλευσή τους ως τουριστικά καταλύματα.
Αντικείμενο της μελέτης είναι η ανακαίνιση ενός ισόγειου Σύρματος που βρίσκεται στον ήσυχο, παραθαλάσσιο οικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου και η μετατροπή του σε εξοχική κατοικία για τους ιδιοκτήτες αλλά και με στόχο την τουριστική εκμετάλλευση του κατά τη θερινή περίοδο. Ο εσωτερικός στενομέτωπος χώρος, εμβαδού 33 τ.μ. περίπου, αναδιαμορφώθηκε σε μια πλήρως εξοπλισμένη μονόχωρη κατοικία με μικρή κουζίνα, άνετο μπάνιο, χώρο ύπνου και καθιστικό.
Η χωροθέτηση των επιμέρους χρήσεων έγινε με κριτήριο την βέλτιστη θέα προς τη θάλασσα. Για τον λόγο αυτό ο χώρος ύπνου και το μαγειρείο υπερυψώθηκαν σε σχέση με το καθιστικό. Μια επιμήκης κτιστή κατασκευή, αναλαμβάνει να φιλοξενήσει τους αποθηκευτικούς χώρους και την κουζίνα της κατοικίας. Με μια γλυπτική επεξεργασία, σχηματίζονται κενά και πλήρη στοιχεία, κάποια από τα οποία συμπληρώνονται με ξύλινες κατασκευές.
Η αισθητική του χώρου αλλά και το απαιτητικό υγρό περιβάλλον οδήγησαν στην εκτεταμένη χρήση κτιστών επίπλων. Στα υλικά κατασκευής πρωταγωνιστούν ο λευκός σοβάς, η επικάλυψη του δαπέδου και των κτιστών κατασκευών με πατητή τσιμεντοκονία σε γήινες αποχρώσεις και το ξύλο. Η αποκατάσταση της παλαιάς ξύλινης πόρτας με τα καίτια και το χαρακτηριστικό «πορτέλο», οι δοκίδες ακατέργαστης ξυλείας καστανιάς που διακοσμούν την οροφή του καθιστικού, οι παλαιωμένες σανίδες που συνθέτουν την συρόμενη –με παραδοσιακό αναρτώμενο μηχανισμό- πόρτα της κτιστής ντουλάπας και το τριγωνικό πανί σκίασης –σαφής αναφορά στο θαλάσσιο περιβάλλον της κατοικίας- παραπέμπουν στο ιδιαίτερο τοπίο των Κυκλάδων και τον παραδοσιακό τρόπο κατασκευής.